Η σκηνή είναι γνώριμη: η γιαγιά τρέχει με μια σχολική τσάντα στο χέρι, ένα τοστ στην τσέπη και δυο παιδιά αγκαζέ. Είναι 7:40 το πρωί και προσπαθεί να προλάβει το κουδούνι στο δημοτικό. Η μαμά; Στο γραφείο από τις 8, ήδη στο δεύτερο e-mail της ημέρας. Ο μπαμπάς; Κάπου στο τιμόνι ή στη meeting room.
Η νέα καθημερινότητα: οικογένειες «τριών γενεών»
Σύμφωνα με στοιχεία του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ (2024), πάνω από το 68% των οικογενειών στην Αττική δηλώνουν ότι βασίζονται σε παππούδες και γιαγιάδες για τη φροντίδα των παιδιών, τις καθημερινές. Οι αριθμοί είναι ακόμη υψηλότεροι σε οικογένειες με δύο εργαζόμενους γονείς και παιδιά κάτω των 10 ετών.
Η γιαγιά δεν είναι πια «βοηθός». Είναι κεντρικός φροντιστής, πολλές φορές με ωράριο που ξεπερνά αυτό μιας πλήρους απασχόλησης. Το φαγητό, τα μαθήματα, η προπόνηση, ακόμα και τα ψυχολογικά ξεσπάσματα του παιδιού, διαχειρίζονται από εκείνη.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι απλό και αναπόφευκτο:
Μπορεί μια γιαγιά –όσο καλοπροαίρετη κι αν είναι– να υποκαταστήσει τη μητέρα;
Η μητέρα-υπάλληλος και η αόρατη σύγκρουση ρόλων
Η κοινωνία των ενηλίκων έχει θέσει ψηλά τον πήχη: να είσαι τέλεια επαγγελματίας, οικονομικά ανεξάρτητη, σύγχρονη μητέρα, σύζυγος, νοικοκυρά και… να μην παραπονιέσαι.
Όταν η απουσία γίνεται κανονικότητα
«Η γιαγιά με μεγάλωσε», λένε παιδιά σε έρευνες για την καθημερινή φροντίδα. Δεν είναι σχήμα λόγου. Είναι πραγματικότητα. Και όσο πιο φυσιολογική δείχνει αυτή η εναλλαγή ρόλων, τόσο πιο βαθιά γίνεται η εσωτερική απουσία της μητέρας — όχι από έλλειψη αγάπης, αλλά χρόνου.
Ας το πούμε απλά: τα παιδιά έχουν ανάγκη τις μαμάδες τους. Έχουν ανάγκη το βλέμμα τους, τη φωνή τους, τη σιγουριά τους. Η φροντίδα δεν είναι μόνο πρακτική, είναι συναισθηματική μετάδοση ασφάλειας και ταυτότητας. Και αυτό δεν μεταφέρεται ούτε με Zoom ούτε με WhatsApp.
Η ενοχοποίηση της μητρότητας στο σπίτι
Παράδοξο: όταν μια γυναίκα επιλέγει να μείνει σπίτι με τα παιδιά της, ακόμα και για λίγα χρόνια, αντιμετωπίζεται συχνά με ειρωνεία ή καχυποψία.
«Δεν δουλεύεις;»
«Τι κάνεις όλη μέρα;»
«Θα μείνεις πίσω!»
Σπάνια ακούγεται:
«Μπράβο που είσαι εκεί!»
Το να παραμείνεις στο σπίτι και να μεγαλώσεις το παιδί σου δεν είναι οπισθοδρόμηση. Είναι επιλογή συνειδητή, υπεύθυνη και βαθιά απαιτητική. Είναι παρών χρόνος. Είναι συναισθηματικό αποτύπωμα. Είναι μια επένδυση που δεν μετριέται σε χρήμα, αλλά σε ανθρώπους.
Μια κοινωνία που χρειάζεται ξανά τις μαμάδες της
Το ερώτημα, τελικά, δεν είναι μόνο «ποιος μεγαλώνει τα παιδιά μας», αλλά και ποιος θέλουμε να τα μεγαλώνει. Η γιαγιά; Η babysitter; Η οθόνη; Το τάμπλετ; Ή μήπως… η ίδια η μητέρα;
Ίσως ήρθε η ώρα να επαναπροσδιορίσουμε την έννοια της «καριέρας». Ίσως να πρέπει να επαναξιολογήσουμε ποια επιτυχία έχει ουσία. Γιατί η πιο κρίσιμη περίοδος στη ζωή ενός παιδιού δεν ξανάρχεται. Και ο άνθρωπος που το κουβαλούσε 9 μήνες, δεν μπορεί να αντικατασταθεί.
Η μάνα που μένει, είναι η ρίζα του μέλλοντος
Κανείς δεν λέει ότι υπάρχει μία λύση για όλους. Κάθε οικογένεια έχει τις δικές της ανάγκες και ισορροπίες. Όμως αυτό που χρειάζεται επειγόντως είναι να αποκατασταθεί η αξία της μητρικής παρουσίας. Όχι με φανατισμό. Αλλά με σεβασμό.
Να γίνει θεμιτό — και ηθικά και οικονομικά — μια γυναίκα να μείνει κοντά στο παιδί της, αν το επιθυμεί. Όχι να χρειάζεται να απολογηθεί. Όχι να βασίζεται στο “δίκτυο γιαγιάδων”. Όχι να νιώθει λιγότερη.
Γιατί στο τέλος, η μάνα που μένει, είναι η ρίζα του μέλλοντος.
ΠΗΓΗ: mama365.gr