Αν είσαι μαμά ενός εφήβου —ή μιας έφηβης— τότε το έχεις ακούσει. Εκείνο το «Άσε με ήσυχη!» που έρχεται με πόρτες που κλείνουν απότομα, βλέμματα που αποφεύγουν το δικό σου και λόγια που μαχαιρώνουν, όχι επειδή το παιδί σου θέλει να σε πληγώσει, αλλά επειδή προσπαθεί να μάθει ποιος είναι. Και το κάνει… με τον δύσκολο τρόπο.
Η εφηβεία είναι εκείνο το ενδιάμεσο ταξίδι ανάμεσα στην παιδική ηλικία και την ενήλικη ζωή. Είναι μια διαδρομή γεμάτη συγκρούσεις, ανασφάλειες, ανάγκη για ανεξαρτησία αλλά και λαχτάρα για αποδοχή. Μέσα σε όλη αυτή την καταιγίδα αλλαγών —σωματικών, ψυχικών, συναισθηματικών— τα παιδιά μας μοιάζουν να απομακρύνονται. Γίνονται πιο κλειστά, πιο σκληρά, πιο απότομα. Και εμείς, ως γονείς, αισθανόμαστε ότι χάνουμε το νήμα της σχέσης μας μαζί τους.
Όμως, πίσω από εκείνο το «άσε με ήσυχη», κρύβεται μια φράση που δεν λέγεται αλλά υπάρχει: «Μείνε εδώ, μαμά. Μη φύγεις. Ακόμα κι αν σου λέω να φύγεις, στην πραγματικότητα σε χρειάζομαι».
Γιατί η αλήθεια είναι αυτή: οι έφηβοι μας χρειάζονται περισσότερο από ποτέ. Μπορεί να μη θέλουν να τους ρωτάμε κάθε δέκα λεπτά αν είναι καλά, ούτε να μπαίνουμε στο δωμάτιό τους ακάλεστοι, αλλά θέλουν —και πρέπει— να ξέρουν ότι είμαστε εκεί. Πάντα διαθέσιμες, έτοιμες να ακούσουμε ό,τι έχουν να μοιραστούν μαζί μας.
Η ανάγκη για ανεξαρτησία δεν σημαίνει απόρριψη
Πολλά παιδιά στην εφηβεία δοκιμάζουν τα όρια, τόσο τα δικά τους όσο και των γονιών τους. Θέλουν να αποφασίζουν μόνα τους, να διαφωνούν, να απορρίπτουν όσα μέχρι πρότινος αποδέχονταν χωρίς δεύτερη σκέψη. Αυτό δεν σημαίνει πως δεν μας αγαπούν ή πως δεν μας χρειάζονται. Σημαίνει πως χτίζουν την ταυτότητά τους —κι αυτό είναι υγιές.
Εμείς, ως γονείς, δεν πρέπει να το πάρουμε προσωπικά. Ούτε να πληγωθούμε, ούτε να αντιδράσουμε με θυμό ή απογοήτευση. Είναι η φάση που ο ρόλος μας μετατοπίζεται από τον «καθοδηγητή» στον «παρατηρητή που είναι πάντα εκεί όταν χρειαστεί». Είναι μια νέα ισορροπία που απαιτεί υπομονή, ενσυναίσθηση και προσεκτική ακρόαση.
Πώς να παραμείνεις κοντά στο παιδί, χωρίς να παρεμβαίνεις
- Ένα «είμαι εδώ αν χρειαστείς κάτι».
- Ένα πιάτο με το αγαπημένο τους φαγητό χωρίς σχόλια.
- Μια διακριτική αγκαλιά όταν νιώσουμε ότι τη χρειάζονται.
- Μια κουβέντα στο αυτοκίνητο, όταν όλα φαίνονται πιο απλά.
Το σημαντικό είναι να μην φύγουμε συναισθηματικά από κοντά τους, ακόμα κι αν εκείνα προσωρινά απομακρύνονται. Να έχουμε τα μάτια και τ’ αυτιά ανοιχτά, όχι μόνο για όσα λένε με λέξεις, αλλά κυρίως για όσα δεν λένε. Για τα βλέμματα, τους αναστεναγμούς, τις μικρές στιγμές ευαλωτότητας που τους ξεφεύγουν μέσα από την πανοπλία του «εγώ είμαι εντάξει».